Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε στο Ε.Π.Χ.Π., βασίζεται στην «υπόθεση σποράς» των καταιγιδοφόρων νεφών και το εννοιολογικό μοντέλο του «αυξημένου ανταγωνισμού» (beneficialcompetition). Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, με τη διασπορά του υλικού σποράς πυρήνων Ιωδιούχου Αργύρου μέσα στο νέφος, παράγεται μεγάλος αριθμός πρόσθετων παγοπυρήνων, οι οποίοι «ανταγωνίζονται» τους φυσικούς παγοπυρήνες για το διαθέσιμο υπέρψυχρο ή υπερψυγμένο νερό (supercooledwater, νερό σε υγρή κατάσταση σε αρνητικές θερμοκρασίες). Σχηματίζεται έτσι πολύ μεγαλύτερο πλήθος χαλαζοκόκκων, μικρότερου μεγέθους και επομένως λιγότερο καταστρεπτικών. Οι μικρότερου μεγέθους χαλαζόκοκκοι έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να λιώσουν κατά την πτώση τους προς το έδαφος, κι έτσι κατά μεγάλο μέρος μετατρέπονται σε βροχή. Το κριτήριο σποράς είναι η καταιγίδα να πρόκειται να επηρεάσει την Περιοχή Προστασίας και να έχει ανακλαστικότητα ίση ή μεγαλύτερη από 35 dBZμετρημένη από το ραντάρ καιρού μεταξύ της στάθμης των -5ο C και των -30ο C.